Για κάτι άσχετο έψαχνα στο διαδίκτυο και αυτό μου προέκυψε.
Άρχισα να το διαβάζω και γέλασα, συνέχισα το διάβαζμα και να το γέλιο, στο τέλος όμως.....
Διαβάστε και εσείς παρακάτω..
Το πήρα απόφαση.
Βρήκα επιτέλους το επάγγελμα που μου ταιριάζει.
Μπορεί να άργησα λίγο αλλά ποτέ δεν είναι αργά, πάντα είναι αργότερα ή πολύ αργά.
Βρήκα επάγγελμα που συνδυάζει τα πάντα, από την παράδοση μέχρι την αιχμή της τεχνολογίας.
Θα φκιάσω γίδια, θα γίνω (πάλι) τσοπάνης.
Και λέω «πάλι» γιατί από τα μικράτα μου
τσοπάνης ήμουνα αλλά τότε το επάγγελμα είχε πολλές δυσκολίες και το παράτησα με κρύα καρδιά για να μάθω πέντε γκλίτσες (τώρα έχω πατερίτσες) γράμματα.
Παλιά έπρεπε να ξυπνάς χαράματα να τα σκαρίσεις(1), να τα ταϊσεις, να τα σταλίσεις (2), να τα αρμέξεις, να τα βάλεις στο μαντρί και φτου κι απ' την αρχή.
Τώρα όμως, ας είναι καλά η τεχνολογία, όλα είναι πιο εύκολα.
Αντί για καλύβα θα φκιάσω ένα δίπατο
σαλέ με σοφίτα όλο από γυαλί να έχω περιμετρική θέα και να ελέγχω τα πάντα, κάτι σαν πύργο ελέγχου σα να λέμε.
Θα βάλω από ένα τσιπάκι ίντελ κορ ντούο σε κάθε γίδι και με ασύρματη επικοινωνία το τσιπάκι από το γίδι θα ρίχνει ντάτα στο σέρβερ που θα έχω στη σοφίτα.
Κάμερες παντού, στο λόγγο με τις κρανιές, στην ποτίστρα, στα χωράφια του μπαρμπαΤόλια, στο ποτάμι, και στο μποστάνι της θείας μου.
Αμα πάει κάνα γίδι να ξεστρατίσει και μπει στου μπάρμπα το χωράφι ή στο βακούφικο, θα του κάνω ένα μικρό ηλεκτροσόκ πατώντας ένα κουμπί και άμα θέλει ας το ξανακάνει.
Για κάθε κάμερα και μια οθόνη κι άλλη μια παραδίπλα να βλέπω καμμιά τσόντα και την πανάθα κι ακόμη μία αποκλειστικά για το μπλογκ. Δε νοείται τσοπάνης σήμερα χωρίς μπλογκ, εδώ έχει η κουτσή Μαρία, δε θα έχει ο κουτσός τσοπάνης;
Ετσι, αραχτός στο σαλέ, θα κοιτάω τα ντάτα, πόσο γάλα έφκιασε η παρδάλω (3), πόσο η κουτσουκέρα (4), η κανούτα (5), η σκλαρίκου (6), πόσο η σιούτα (7) κι όλες οι άλλες και πού βρίσκεται κάθε στιγμή μη φάω καμμιά μήνυση απ' το μπαρμπαΤόλια.
Αμα δω ότι κάποια κάνει κουτσουκέλες και δεν αποδίδει τα αναμενόμενα, τη σφάζω στο γόνατο και τη φκιάνω πατσά και παϊδάκια, η παραγωγικότητα είναι το παν.
Θα κονομάω κι από τις επιδοτήσεις, τόσα ευρά το κεφάλι δεν είναι αμελητέα, μέχρι να τις κόψει κι αυτές ο παπάρας ο Αλμούναρος.
Το πρόβλημα είναι ένα και είναι σοβαρό.
Δε μπορώ να βρω γίδια καλής ποιότητας, από ράτσα και με καλή παραγωγικότητα.
Βέβαια, μπορώ να φέρω απ' όξω αλλά είμαι και της παράδοσης και πατριώτης ρε γαμώτο και θέλω ντόπιο πράμα.
Τώρα, θα με πεις, γιατί δε φκιάνεις πρόβατα που είναι και πιο εύκολο;
Τα πρόβατα είναι ήσυχα, βλαμμένα δηλαδή, πάει ένα μπροστά και τα άλλα σα γκαβά ακολουθάνε, τα ελέγχεις εύκολα. Αμα τρέξει το πρώτο τρέχουν όλα, άμα σταματήσει σταματάνε, άμα φάει θα φάνε αλλιώς ψοφάνε.
Και βρίσκεις και πιο εύκολα, γεμάτος ο τόπος πρόβατα.
Το πρόβλημα με τα πρόβατα είναι ότι πρέπει να βρω καλό κριάρι, καλό αρχηγό δηλαδή γιατί άμα το κριάρι βγει τεμπέλικο και βλαμμένο, όλα τα πρόβατα θα χαζολογάνε και θα βελάζουν όλη μέρα και από γάλα πάπαλα.
Τα γίδια την ψάχνουν τη δουλειά, άλλοτε το παίζουν ήσυχα και χαζά, άλλοτε την κοπανάνε από δω κι από κει, άλλοτε σκαρφαλώνουν σε δέντρα και μπαίνουν σε ξένα χωράφια, άσε που βγάζουν λιγότερο γάλα.
Εμένα όμως μου αρέσουν τα δύσκολα γι αυτό θέλω γίδια.
Προβληματίστηκα πολύ, έψαξα από δω, τήραξα από κει αλλά είχα κολλήσει.
Είχα αγοράσει όλο τον εξοπλισμό, το σαλέ έτοιμο και δεν εύρισκα κοπάδι.
Το βάσανο με έβλεπε έτσι σκεφτικό και πρότεινε να φκιάσουμε γελάδια.
Εύκολα κι αυτά, γάλα μπόλικο και προσφέρθ
ηκε να βοηθήσει κιόλας στο τσοπανιλίκι.
Εχει και πείρα από γελάδες, τόσα χρόνια κοντά στη μάνα της μην πάνε χαμένα.
Αλλά, όσο κι αν με εξιτάρει και ξυπνάει μέσα μου το βουκολικό να τη σκέφτομαι με κοντή φουστίτσα και γαλότσα να αρμέγει τη γελάδα, την απέρριψα σα λύση.
Φτάνει που βλέπω τη μάνα της κάθε τόσο εκ του σύνεγγυς και δε θα άντεχα να βλέπω ολόκληρο κοπάδι από δαύτες κάθε μέρα.
Κι εκεί που ήμουνα σε αδιέξοδο, προχτές που έβγαλα και το γύψο από το πίσω αριστερό πόδι κι άρχισα να περπατάω πάλι σιγά-σιγά, κατέβηκα στο κέντρο και με μιάς η λύση φάνηκε μπροστά μου.
Εκεί που περπάταγα, βλέπω έναν να έρχεται κατά μένα με το κεφάλι σκυφτό και το κινητό στο χέρι και να το πασπατεύει. Δεν πρόλαβα να κάνω ελιγμό και πέφτει πάνω μου με φόρα, με κούντρησε στα παϊδια το σακάτη. Ούτε καν σταμάτησε, πρέπει να έστελνε επείγοντο εσεμές και δε σήκωσε κεφάλι. Εκανε μόνο ένα «μμμμμ», κάτι σα βέλασμα δηλαδή και συνέχισε να εσεμεσιάζεται κι εγώ ξεμεσιάστηκα.
«Να ένα γίδι!» φώναξα αυθόρμητα και με ενθουσιασμό. Ευτυχώς το εσεμές του θα ήταν μεγάλο και πέρα από μια φαρμακερή ματιά δεν είπε τίποτε το γίδι και συνέχισε.
Κοιτάω δεξιά, ο άλλος μόλις είχε χλαπακιάσει το πιτόγυρο και με μια βολή αλά Γκάλη πήγε να ρίξει τη λαδόκολλα στον κάδο του Κακλαμάνη αλλά ήταν ντεφορμέ κι αστόχησε και η λαδόκκολα έπεσε σε ένα αμάξι. Τράβηξε μια ξεγυρισμένη μούτζα στη λαδόκκολα και το αμάξι και συνέχισε απτόητος.
«Λόλα, να άλλο ένα!» αναφώνησα, ενθυμούμενος το αλφαβητάρι της α' δημοτικού.
Στο καπάκι, ο χοντρός στη γωνία που περίμενε ταξί κάνει μια γερή εκπνοή και μαζί εκσφενδονίζει μια λαχανί ροχάλα σεβαστών διαστάσεων στην κολώνα δίπλα του. Είχε κι ένα δίκιο γιατί η κολώνα ήταν άθλια κι όλο αφίσες σκισμένες αλλά ούτε αυτός την πέτυχε και η ροχάλα προσγειώθηκε στο πεζοδρόμιο κι αμέσως από κει γατζώθηκε στο τίμπερλαντ του πιτσιρικά που θα την πήγαινε έτσι τσάμπα μέχρι τα Σούρμενα.
Δεν πρόλαβα να το καταχωρήσω στη λίστα το γίδι εκείνο και ακούω δίπλα μου φωνή τσιριχτή, διαπεραστική να φωνάζει «Κολωνάκι». Γυρνάω και τι να δω!
Αυτή μάλιστα, αυτή ήταν γίδα μοντέλο. Κόκκια (8 ), με τάκο στη γόβα ίσα με σκαλοπάτι, μπουφανάκι μπλε ιλεκτρίκ και κινητό πράντα στο χέρι, σκυφτή στο παράθυρο του ταρίφα με τα κωλομέρια της πελεκημένα από το Φειδία και με ανεξάρτητη κίνηση (ξέρετε, από αυτά που όταν περπατάς το ένα κωλομέρι κινείται ανεξάρτητα από το άλλο).
Προφανώς ήθελε να πάει Κολωνάκι κι επειδή η απόσταση από την ακαδημίας ως εκεί είναι μια αιωνιότητα, η διαδρομή δύσβατη και μεγάλη ταλαιπωρία και φθορά στους τάκους, είπε να πάρει ταξί, μη στήσει και την κολλητή που περίμενε στο Τζάκσον.
Σταμάτησα να κοιτάω και χαρούμενος πήγα ντουγρού στο γραφείο αλλά και χωρίς να ψάχνω πια, στη διαδρομή συναντούσα αβέρτα γίδια. Άλλο να παρκάρει στο πεζοδρόμιο, άλλο καβάλα σε μηχανάκι να περνάει ξυστά δίπλα μου στον πεζόδρομο, άλλα να τρέχουν αλαφιασμένα και να πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο ...
Ο καλός θεός μου άνοιξε τα μάτια. Ο,τι έψαχνα ήταν εδώ γύρω μου και σε αφθονία.
Κοπάδι ολόκληρο και με ποικιλία γιδιών.
Μόνο που είχαν όλα ένα σοβαρό πρόβλημα.
Αυτά τα γίδια ήταν μεταλλαγμένα.
Μεταλλαγμένα γιατί άλλες φορές σου παρουσιάζονται σαν πρόβατα κι άλλες σα γίδια.
Μερικές φορές (τις περισσότερες) προβατίζουν, με το κεφάλι σκυφτό και μηχανικά βοσκάνε και στέκονται για άρμεγμα ήσυχα και κάποιες φορές γιδίζουν και τα παίρνουν στο κέρατο, φεύγουν από το μαντρί και κάνουν του κεφαλιού τους.
Απογοητεύτηκα γιατί έχω και μια άλφα οικολογική συνείδηση και δε θα μπορούσα να πάρω στο κοπάδι μου μεταλλαγμένα.
Το όνειρό μου να ασκήσω πάλι την τσοπανική κατακρημνίστηκε με πάταγο.
Τουλάχιστον θα με μείνει ο εξοπλισμός, σκέφτηκα, τα τσιπάκια, οι οθόνες, τα δίκτυα, το σαλέ, που με τόσο κόπο και τόση απάτη εεε ...αγάπη απόκτησα.
Ρε μπας και το βάσανο είχε δίκιο εψές που με είπε γίδι την ώρα που ρεύτηκα βλέποντας μπάλα και πρόγγηξε και της έπεσε το σίδερο απ'
τη σιδερώστρα;
Λες να γιδίζω-προβατίζω κι εγώ;
Μπαααα
Δλδ Μπεεεεε.
------------------------------
ΛΕΞΙΚΟ
(1) τα βγάζω από το μαντρί για βοσκή
(2) τα βάζω σε ίσκιο για ξεκούραση
(3) με στίγματα, παρδαλή
(4) γίδα με σπασμένο(α) κέρατο(α)
(5) γκρίζα
(6) γίδα με αποφύσεις στο λαιμό σα σκουλαρίκια
(7) γίδα χωρίς κέρατα
(8 ) γίδα με κόκκινο τρίχωμα, κόκκινη